ΑΓΙΑ ΘΕΟΔΩΡΑ

 

Η μνήμη της Οσιοπαρθενομάρτυρος Θεοδώρας της εν Βάστα εορτάζεται κάθε χρόνο στις 11 Σεπτεμβρίου. Η Αγία Θεοδώρα είχε καταγωγή από την Πελοπόννησο, γι’ αυτό και σε διάφορες πηγές αναφέρεται ως Αγία Θεοδώρα η «Πελοποννήσια». Πιθανότεροι τόποι καταγωγής της θεωρούνται η Αρκαδία και η Μεσσηνία.

 

Ο βίος της Αγίας Θεοδώρας

 

 

Η Αγία Θεοδώρα έζησε την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, και συγκεκριμένα τον 9ο αι. μ.Χ. Καταγόταν από φτωχή οικογένεια, με αγάπη, όπως και πίστη στο Θεό. Η ίδια από μικρή ηλικία είχε κλίση προς τα θεία, γι’ αυτό και αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή της σε Αυτόν. Αποφάσισε λοιπόν να εγκαταβιώσει σε μοναστήρι, ωστόσο επέλεξε, για άγνωστο λόγο, όχι ένα γυναικείο μοναστήρι, αλλά ένα ανδρικό, και συγκεκριμένα τη μονή της «Παναΐτσας», μία μονή που βρίσκεται στα όρια των Νόμων Αρκαδίας - Μεσσηνίας, όπου παρουσιάστηκε ως άντρας με το όνομα «Θεόδωρος».

Στη μονή αυτή, κατέστη παράδειγμα υπομονής, παρουσιάζοντας μεγάλη πνευματική πρόοδο. Γι’ αυτό και οι Πατέρες της Μονής δεν άργησαν να της εμπιστευτούν τις εξωτερικές εργασίες της Μονής, ένα διακόνημα στο οποίο βρίσκονται πάντα μοναχοί ή μοναχές με εμπειρία στην πνευματική ζωή. Στην ίδια αυτή περίοδο ξέσπασε λιμός στην ευρύτερη περιοχή της Πελοποννήσου, με αποτέλεσμα τόσο ο κόσμος όσο και η Μονή να απειληθούν από την έλλειψη τροφίμων. Ο «Θεόδωρος», ο μόνος που ήταν σε θέση να συμβάλει στην αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης, αποφάσισε να επισκεφθεί πολλά σπίτια Χριστιανών για να τους στηρίξει και, αν ήταν δυνατόν, να εξοικονομήσει κάτι και για τη μοναστική αδελφότητα.

Τότε, όμως, συνέβη κάτι αδιανόητο. Μια γυναίκα υποστήριξε ότι ο μοναχός την άφησε έγκυο. Οι γονείς της έφτασαν στο μοναστήρι και ζήτησαν από τον «Θεόδωρο» να τους ακολουθήσει. Η Θεοδώρα, αν και αρνήθηκε την κατηγορία, δεν αρνήθηκε να τους ακολουθήσει στο χωριό, όπου τη δίκασαν και την έκριναν ένοχο, καταδικάζοντάς την σε θάνατο δια αποκεφαλισμού.

Αν και μπορούσε με την αποκάλυψη του σώματός της να αποδείξει την αθωότητά της, προτίμησε να «σηκώσει» το βάρος της συκοφαντίας! Ως τόπος του μαρτυρίου ορίστηκε το χωριό Βάστα στην περιοχή της Αρκαδίας. Ο δήμιος τον οδήγησε μέχρι εκεί, ενώ ο «Θεόδωρος» ακολουθούσε «ὡς ἀμνός ἄφωνος» και, λίγη ώρα αργότερα, η ψυχή της Αγίας Θεοδώρας φτερούγισε προς τον ουρανό, στην ετοιμασμένη θέση των οσιοπαρθενομαρτύρων της Εκκλησίας μας.

Όταν ο δήμιος και οι συνεργάτες του διέκριναν το σώμα της γυμνό, ζήτησαν τη συγχώρεση του Θεού. Το θαυμαστό γεγονός διαδόθηκε γρήγορα παντού. Ο Ηγούμενος και οι συμμοναστές θρηνολογώντας έφθασαν στον τόπο του μαρτυρίου και δοξάζοντας τον Θεό, ενεταφίασαν το σώμα της στην Ιερά Μονή τους ή, κατά την γνώμη άλλων, στον ίδιο τον τόπο του μαρτυρίου της.

Η παράδοση λέει ότι, πριν από τον αποκεφαλισμό της, η Αγία ζήτησε από τον Θεό οι τρίχες της κεφαλής της να γίνουν δένδρα και το αίμα της ποτάμι. Πράγματι, στη στέγη του ιδρυθέντος ναού που βρίσκεται στη Βάστα της Αρκαδίας ανεφύησαν δένδρα, τα οποία παραδόξως στέκονται στη στέγη και ομολογούν ότι «όπου ο Θεός  βούλεται, νικάται φύσεως τάξις». 

Στην ίδια αυτή περίοδο ξέσπασε λιμός στην ευρύτερη περιοχή της Πελοποννήσου, με αποτέλεσμα τόσο ο κόσμος όσο και η Μονή να απειληθούν από την έλλειψη τροφίμων. Ο «Θεόδωρος», ο μόνος που ήταν σε θέση να συμβάλει στην αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης, αποφάσισε να επισκεφθεί πολλά σπίτια Χριστιανών για να τους στηρίξει και, αν ήταν δυνατόν, να εξοικονομήσει κάτι και για τη μοναστική αδελφότητα.